Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2011

Ένα προσωπικό βίωμα

 Όλοι μας, όποτε αισθανόμαστε πως είμαστε εγκλωβισμένοι στην πραγματικότητα της εποχής μας και όποτε βλέπουμε αδιέξοδο στις κινήσεις μας, έχουμε μια μικρή αχτίδα φωτός μέσα στην ψυχή μας, μια σανίδα που όταν την ανασύρουμε από μέσα μας, μας σώζει…. Μια σανίδα σωτηρίας…. Αυτή η σανίδα σωτηρίας για μένα είναι οι ίδιοι οι ασθενείς.
          Όταν είχα διοριστεί στο νοσοκομείο, αρχικά δεν είχα συνειδητοποιήσει την βαρύτητα, όχι τόσο σε περιστατικά, όσο σε συναισθηματική επιβάρυνση των όσων εργάζονταν σε αυτό. Μου πήρε ένα δυάρι μήνες να κατανοήσω την φύση των περιστατικών και ασθενών που νοσηλεύαμε…. Και ακόμη περισσότερους για να μπορέσω τελικά να εγκλιματιστώ σε αυτό το χώρο…. Μου ήταν δύσκολο, σχεδόν ανυπόφορο, όταν κατανόησα πως σχεδόν καθημερινά θα ζούσα τον θάνατο κάποιου…. Ναι, μεν δεν θα ήταν κάποιος δικός μου άνθρωπος - συγγενικός - όμως θα ήταν κάποιος που θα γνώριζα το περιβάλλον του… θα συνομιλούσα με τον/την σύζυγο, τα παιδιά ή τους γονείς του. Θα τον έβλεπα στην πρώτη του επίσκεψη στο νοσοκομείο μας για να τεθεί η διάγνωση… «καρκίνος»… Θα τον έβλεπα στην 2η, 3η ή και περισσότερες επισκέψεις του, προκειμένου να υποβληθεί στις χημειοθεραπείες ή ακτινοβολίες που θα ήταν απαραίτητες για την αντιμετώπιση της ασθένειάς του…. Θα τον έβλεπα, όμως και στην τελευταία του νοσηλεία…. Σε αυτή που θα ερχόταν τις περισσότερες φορές με τη βοήθεια κάποιου αμαξιδίου ή και φορείου, λόγω της αδυναμίας που θα αισθανόταν και πάντα με τη συνοδεία των δικών του ανθρώπων….  Ένα τέτοιο περιστατικό, είναι και ένας νεαρός, 34 ετών, συγχωρέστε με, όμως που δεν θυμάμαι την διάγνωσή του…. Για λόγους ευκολίας, θα τον πούμε, Κώστα….
          Ο Κώστας δεν ήταν ο ασθενής που με έκανε να συνειδητοποιήσω την βαρύτητα του νοσοκομείου, όμως ήταν ο ασθενής που τον είδα τον Μάρτιο του 2007, όταν είχε ήδη τεθεί η διάγνωση και ερχόταν για την πρώτη του θεραπεία…. Ήρθε, περπατώντας, με την μητέρα του και στις βαλίτσες του είχε μια μπλε, καρό, κουβερτούλα με κρόσσια στις άκρες της και μόλις που εφάρμοζε στο κρεβάτι του 1406 θαλάμου που θα τον φιλοξενούσε για τις επόμενες ημέρες…. Την είχαν απλώσει πάνω στα σεντόνια μας, γιατί δεν ήθελε να ακουμπάει σε αυτά του νοσοκομείου.
          Ήταν, μεν φοβισμένος και λίγο απόμακρος στην αρχή με το περιβάλλον και φυσικά αμίλητος, όμως γρήγορα, έγινε πολύ ομιλητικός και ευδιάθετος. Μας έλεγε ανέκδοτα και μπορώ να πω πως ήταν ο «αγαπημένος» ασθενής όλου του τμήματος.
          Βέβαια, αυτή η διάθεση άλλαζε για λίγα λεπτά, όταν ήταν απαραίτητη η αλλαγή του φλεβοκαθετήρα, λόγω της χημειοθεραπείας που λάμβανε. Τότε, γινόταν απότομος και δεν ήθελε να τον πλησιάζεις.
          Ο Κώστας, έκανε την πρώτη του θεραπεία και πήγε σπίτι του…. Μετά από δύο μήνες περίπου (Ιούνιος του 2007) ξαναήρθε για την 2η θεραπεία του. Αυτή τη φορά ήρθε με τη βοήθεια ενός αναπηρικού αμαξιδίου…. Είχε δυσκολία στη βάδιση, κουραζόταν εύκολα και πονούσε και η σπονδυλική του στήλη. Και πάλι η μητέρα του ήταν μαζί του, όπως και η μπλε, καρό κουβερτούλα στις βαλίτσες του, την οποία χρησιμοποίησε αυτή τη φορά για να σκεπαστεί. Πήγε ξανά στον ίδιο θάλαμο, όμως, σε διαφορετικό κρεβάτι αυτή τη φορά. Στο ακριβώς διπλανό από την προηγούμενη.
          Σε αυτή την νοσηλεία του ήταν απότομος από την αρχή, λόγω της δυσκολίας που είχε στο να περπατήσει, του πόνου που αισθανόταν πίσω στην σπονδυλική του στήλη, καθώς και στο σημείο της κατάκλισης που είχε αποκτήσει τις προηγούμενες ημέρες στην περιοχή του κόκκυγα.
          Για τον πόνο λάμβανε τα αυτοκόλλητα pads φεντανύλης, καθώς και κάποια αντιφλεγμονώδη από το στόμα. Σιγά, σιγά άρχισε να βρίσκει την χαμένη διάθεσή του και να κάνει τα αστειάκια του, όμως και πάλι γινόταν απότομος όταν χρειαζόταν να του βάλουμε κάποιον άλλο φλεβοκαθετήρα ή να του κάνουμε τις αντιπηκτικές ενέσεις που χρειαζόταν…. Άρχισε να έχει και προτιμήσεις για το ποια νοσηλεύτρια θα του έβαζε καινούριο φλεβοκαθετήρα ή θα του έκανε την νοσηλεία. Και δεν του χαλούσαμε το χατίρι.
          Αυτή η 2η νοσηλεία του κράτησε περισσότερο από την άλλη. Η κατάκλιση που είχε ήταν πολύ μεγάλη και χρειαζόταν καθημερινά χειρουργικός καθαρισμός. Και πονούσε…. Σε αυτή την νοσηλεία του έμαθα ότι είχε μια μεγαλύτερη αδελφή που ήταν έγκυος και περίμεναν ανά πάσα στιγμή να γεννήσει το ανιψάκι του (αγόρι). Τότε έμαθα, ότι δεν είχε κάποια σχέση, δεν ήταν παντρεμένος, δούλευε σε μια ιδιωτική εταιρεία από την οποία τον πρώτο καιρό έπαιρνε αναρρωτική άδεια, όμως αφ’ ότου χειροτέρεψε η κατάστασή του, δεν μπορούσε να πάει και παραιτήθηκε. Είχε πολλούς φίλους, όμως από τότε που αρρώστησε τον εγκαταλείψαν και έμειναν μόνο κάποιοι λίγοι και καλοί…. Και όλα αυτά, πώς τα έμαθα;;; Είναι απίστευτο τι μπορεί να μάθει κανείς όταν πάει να βάλει κάποιο φλεβοκαθετήρα, ειδικά σε κάποιον «δύσκολο» ασθενή, όπως ήταν ο Κώστας εκείνο το διάστημα…. Και από την μητέρα του, όμως, που στενοχωριόταν που τον έβλεπε σε αυτή την κατάσταση χωρίς να μπορεί να τον βοηθήσει….
          Και με την κατάκλισή του;;; Τον φροντίζαμε όσο μπορούσαμε, όμως δεν ήθελε να του κάνεις και πολλά…. Δεν ήθελε να γυρνάει καθόλου στο πλάι… ήθελε να είναι πάντα ξαπλωμένος σε ύπτια θέση με λίγο ανασηκωμένο το μέρος της πλάτης. Με το ζόρι, γυρνούσε, όταν του αλλάζαμε τον ιματισμό και όταν ερχόταν ο ιατρός για τον καθαρισμό και την περιποίησή της.  Στην αρχή, οι ιατροί ερχόντουσαν κάθε μέρα. Μετά, μέρα παρά μέρα και στη συνέχεια… όλο και αραίωναν οι επισκέψεις. Δεν είχαν τι να του πούνε; Δεν άντεχαν τη ματαίωση; Δεν υπέφεραν την οσμή της κατάκλισης; Δεν ξέρω. Τις αλλαγές πια τις κάναμε εμείς… το νοσηλευτικό προσωπικό.
          Οι μέρες περνούσαν και ήταν πολλές…. Έκλεισε μήνας…. Σε αυτό το μήνα, έκανε εμπύρετο, μεταγγίστηκε, όμως τελικά έκανε την θεραπεία για την οποία είχε εισαχθεί…. Πάντα όμως είχε να σου κάνει την ίδια ερώτηση: «Πότε θα ξαναγίνουν καλά τα πόδια μου; Ο γιατρός είπε ότι θα αρχίσω να τα νιώθω και να τα κουνάω, όμως εγώ δεν νιώθω κάποια καλυτέρευση…. Εσύ τι λες;;;».
Κι εκείνη την ώρα τι να του πεις; Να ακυρώσεις τις ψευδείς ελπίδες του; Να αποκαλύψεις μια αλήθεια που κανένας δεν πήρε την ευθύνη να το κάνει πριν από σένα; Χαμογελάς και προχωράς. Με λύπη αλλά και με ενσυναίσθηση προχωρημένη. Τι θα ήθελα άραγε ν’ ακούσω εγώ στη θέση του; Την ωμή αλήθεια ή ένα όμορφο ψέμα; 
Ο 2ος κύκλος, λοιπόν, έκλεισε…. Πήρε τη θεραπεία του, δεν κούνησε τα πόδια του, όμως πήρε εξιτήριο και πήγε σπίτι του… φυσικά με το αναπηρικό αμαξίδιο….
          Πέρασαν κάποιες μέρες - όχι μήνας - και ξαναήρθε…. Ήταν χειρότερα από κάθε άλλη φορά…. Και πονούσε. Πονούσε στην κατάκλιση, που πλέον ήταν πολύ προχωρημένη…. Πονούσε στα κόκκαλά του, ενώ τα πόδια του δεν τα αισθανόταν πλέον…. Συνοδευόταν πάντα από την μητέρα του, όμως αυτή τη φορά, στις αποσκευές του δεν υπήρχε καμιά μπλε, καρό κουβερτούλα. Αυτή τη φορά, εισήχθη στο 1405 θάλαμο.
          Δεν μιλούσε καθόλου…. Δεν ήθελε να τον αγγίξει κανείς, παρά μόνο εγώ. Εγώ να του βάλω φλεβοκαθετήρα, εγώ να του κάνω τη νοσηλεία, εγώ να του περιποιηθώ την κατάκλιση, εγώ για όλα…. Από τη μια μου άρεσε, που με προτιμούσε κάποιος ασθενής, που μου είχε αδυναμία, όμως, με φόρτωνε και συναισθηματικά…. Δεν άντεχα να τον βλέπω έτσι…. Μουτρωμένο, που ενώ προσπαθούσα να του φτιάξω το κέφι, εκείνος να μου λέει: «Τελικά, όλα ήταν ψέματα… δεν περπάτησα και δεν πρόκειται να το κάνω…» και μετά πάλι σιωπή…. Μια σιωπή που ενώ σε φοβίζει, ταυτόχρονα σε λυτρώνει, γιατί τελικά συνειδητοποιείς πως δεν είσαι έτοιμη να τη σπάσεις…. Δεν είσαι έτοιμη να αντιμετωπίσεις τα ερωτήματα που κρύβονται πίσω από όλη αυτή…. Κι έτσι, συμβιβάζεσαι με αυτή.
          Η νοσηλεία συνεχιζόταν κανονικά, ενώ μέρα με τη μέρα διαφαινόταν ότι δεν πρόκειται να ξαναφύγει…. Δεν θα έπαιρνε εξιτήριο για το σπίτι του…. Λάμβανε παυσίπονα, συστηματικά ανά τακτά χρονικά διαστήματα και η κατάκλιση ολοένα και χειροτέρευε….
          Ήταν μέσα Δεκέμβρη, όταν ζήτησε να τον πάμε με ένα αναπηρικό αμαξίδιο βόλτα…. Τον βάλαμε, είχαν έρθει και κάτι φίλοι του και βοήθησαν και τον πήγαν για λίγο κάτω στην αυλή και μετά που τον ανέβασαν πάνω, ζήτησε και τον πήγαμε στο παράθυρο δίπλα στο 1406 θάλαμο. Τότε ρώτησε: «Δένδρο δεν θα στολίσουμε για τα Χριστούγεννα;». Ήμουν μπροστά όταν το ρώτησε…. Από τη μία συγκινήθηκα, όμως κάτι μου έλεγε ότι δεν θα ζούσε και άλλα Χριστούγεννα. Το δένδρο το στολίσαμε τις επόμενες ημέρες και σχεδόν κάθε μέρα έβγαινε να το δει.
          Η κατάκλισή του όμως χειροτέρευε, πράγμα που τον καθήλωσε πλέον στο κρεβάτι του. Έβγαζε και μια πολύ άσχημη οσμή και ευτυχώς υπήρξε συνεννόηση με το γραφείο κινήσεως και τον μεταφέραμε σε μονόκλινο. Από το 1405 θάλαμο, τον μεταφέραμε στο 1409. Αλλαγές πλέον ως επί το πλείστον στην κατάκλιση γίνονταν από το νοσηλευτικό προσωπικό.
          Ήταν οι μέρες κοντά στα Χριστούγεννα του 2007. Ήμουν νύχτα. Τελείωσα τις εργασίες της βάρδιας γύρω στις 6 το πρωί. Ήρθε η μητέρα του. Πονούσε. Πήγα και του έκανα τη μορφίνη ΥΔ που είχε επί πόνου. Ήθελε όμως και αλλαγή στην κατάκλιση. Μύριζε πολύ άσχημα και τον ενοχλούσε. «Κώστα, θα κάνω κάποιες τελευταίες δουλειές που έχω και θα έρθω να την κάνουμε, εντάξει;» «Εντάξει», απάντησε. Όντως, πήγα, την έκανα και τον κάναμε και μπάνιο με την μητέρα του. Δεν ξέρω, αισθανόμουν σαν να τον αποχαιρετούσα εκείνη την ώρα…. Το ήξερα ότι δεν θα τον ξανάβλεπα…. Και όντως…. Η μέρα ήταν 19 Δεκεμβρίου του 2007, όταν έφυγε για πάντα…. Κι εγώ τον είχα χαιρετίσει.
          Αν με ρωτούσε κάποιος, είτε τότε, είτε και τώρα, αν με πλήγωσε, αν με στενοχώρησε το όλο περιστατικό, θα του έλεγα το ίδιο και τότε και τώρα και πάντα. Ναι, με στενοχώρησε. Υπήρχαν φορές, όλους αυτούς τους μήνες που γυρνούσα σπίτι και έκλαιγα. Ήθελα να μπορούσα να κάνω κάτι γι’ αυτόν. Να τον λυτρώσω. Να κάνω ένα θαύμα. Θα ήθελα να ήμουν παντοδύναμη. Ήταν 34 χρονών. Δεν είχε δημιουργήσει οικογένεια. Δεν είχε χαρεί το ανιψάκι του, ούτε κι αυτό τον θείο του. Η μητέρα του δεν θα είχε την ευκαιρία να χαρεί από τον μονάκριβό της ένα εγγονάκι.
          Όμως δεν μετάνιωσα που το έζησα όλο αυτό. Και δεν μετανιώνω που το ζω καθημερινά με άλλους πρωταγωνιστές κάθε φορά. Όσο κι αν ακούγεται περίεργο, μου αρέσει. Μου δίνει ζωή. Μαθαίνω να εκτιμάω τα απλά και καθημερινά. Ένα άγγιγμα, ένα νεύμα, μια λέξη, ένα χαμόγελο, ένα ευχαριστώ. Να τα δέχομαι και να τα προσφέρω. Αυτά είναι αλληλένδετα. Ό,τι δίνεις, παίρνεις. Είναι μια δράση που προκαλεί μια αντίδραση. Από τις καλές, όμως. Έτσι είναι η ζωή. Μέσα από τον πόνο και τη δυστυχία, εσύ βρίσκεις μια σανίδα. Μια σανίδα σωτηρίας....  
           
                                                          Φανιουδάκη Ανθή
                                                          Νοσηλεύτρια ΤΕ
                                                        ΑΟΝΑ «Άγιος Σάββας»